Μπ. Τράβεν / Ο πιο καλά κρυμμένος συγγραφέας



Μπ. Τράβεν


Ο Ενρίκε Βίλα – Μάτας για τον μύθο του Μπ. Τράβεν

Πολύ περισσότερο από τον Γκρακ, τον Σάλιντζερ και τον Πίντσον, ο άνθρωπος που τον φώναζαν Μπ. Τράβεν ήταν η αυθεντική έκφραση αυτού που γνωρίζουμε με τον όρο «κρυμμένος συγγραφέας».
Πολύ περισσότερο από τον Γκρακ, τον Σάλιντζερ και τον Πίντσον μαζί. Γιατί η περίπτωση του Μπ. Τράβεν είναι γεμάτη από εξαιρετικές αποχρώσεις. Πρώτα απ’ όλα δεν είναι γνωστό που γεννήθηκε ούτε ο ίδιος θέλησε ποτέ να διευκρινίσει. Για ορισμένους, ο άνθρωπος που έλεγε ότι ονομαζόταν Μπ. Τράβεν ήταν ένας Αμερικανός μυθιστοριογράφος, γεννημένος στο Σικάγο. Για άλλους ήταν ο Ότο Φάιγκε, Γερμανός συγγραφέας που ίσως είχε πρόβλημα με τη δικαιοσύνη εξαιτίας των αναρχικών του ιδεών. Επίσης όμως λεγόταν ότι στην πραγματικότητα ήταν ο Μόρις Ρέτεναου, γιος του ιδρυτή της πολυεθνικής AEG κι επίσης υπήρχε κάποιος που διαβεβαίωνε ότι ήταν γιος του αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β’.
Αν και παραχώρησε την πρώτη του συνέντευξη το 1966, ο συγγραφέας μυθιστορημάτων όπως Ο θησαυρός της Σιέρα Μάντρε και Η γέφυρα στη ζούγκλα επέμεινε στο δικαίωμα να διατηρήσει κρυφή την ιδιωτική του ζωή, γι’ αυτό και η ταυτότητά του παραμένει ένα μυστήριο.
«Η ιστορία του Τράβεν είναι η ιστορία της άρνησής του», έγραψε ο Αλεχάντρο Γάνταρα στον πρόλογό του στο βιβλίο Η γέφυρα στη ζούγκλα. Πράγματι, είναι μια ιστορία για την οποία δεν έχουμε στοιχεία και ούτε είναι δυνατόν να βρεθούν, πράγμα που ισοδυναμεί με το να πούμε ότι αυτό είναι το αυθεντικό στοιχείο. Αρνούμενος όλο το παρελθόν, αρνήθηκε όλο το παρόν, δηλαδή, κάθε παρουσία. Ο Τράβεν δεν υπήρξε ποτέ, ούτε για τους σύγχρονούς του. Είναι ένας πολύ ιδιόρρυθμος συγγραφέας του Όχι και υπάρχει κάτι το πολύ τραγικό στη δύναμη με την οποία απέρριψε την επινόηση της ταυτότητάς του.
«Αυτό ο κρυμμένος συγγραφέας», έχει πει ο Βάλτερ Ρέμερ, «συνοψίζει στην απούσα ταυτότητά του όλη τη τραγική συνείδηση της σύγχρονης λογοτεχνίας, τη συνείδηση μιας γραφής που, μένοντας εκτεθειμένη στην ανεπάρκειά της και στην αδυναμία της, κάνει αυτή την έκθεση θεμελιώδες ζήτημά της».
Τα λόγια αυτά του Βάλτερ Ρέμερ – τώρα μόλις το συνειδητοποιώ -  θα μπορούσαν να συνοψίσουν επίσης τις δικές μου προσπάθειες σε αυτό το σύνολο σημειώσεων χωρίς κείμενο. Θα μπορούσε επίσης να ειπωθεί γι’ αυτές ότι συγκεντρώνουν ολόκληρη ή τουλάχιστο μέρος από τη συνείδηση μιας γραφής που, μένοντας εκτεθειμένη στην αδυναμία της, κάνει την έκθεση αυτή θεμελιώδες ζήτημά της.
Τέλος, πιστεύω ότι οι φράσεις του Ρέμερ είναι εύστοχες, όμως αν ο Τράβεν τις είχε διαβάσει στην αρχή, θα έμενε εμβρόντητος και στη συνέχεια θα ξεκαρδιζόταν στα γέλια. Πράγματι, κι εγώ είμαι τώρα έτοιμος να αντιδράσω μ’ αυτόν τον τρόπο, καθώς και σε τελευταία ανάλυση απεχθάνομαι, εξαιτίας του στόμφου του, το δοκιμιακό έργο του Ρέμερ.
Επιστρέφω στον Τράβεν. Η πρώτη φορά που άκουσα να γίνεται λόγος γι’ αυτόν ήταν στο Πουέρτο Βαγιάρτα, στο Μεξικό, σε ένα από τα καπηλειά στα περίχωρα της πόλης. Πάνε μερικά χρόνια από τότε, ήταν στην αρχή που ξόδευα τις οικονομίες μου για να ταξιδεύω τον Αύγουστο στο εξωτερικό. Άκουσα να μιλούν για τον Τράβεν σ’ εκείνο το καπηλειό. Μόλις είχα φτάσει στο Πουέρτο Εσκοντίδο, ένα χωριό που εξαιτίας του ιδιαίτερου ονόματός του, θα ήταν το πιο κατάλληλο σκηνικό για να σου μιλήσει κάποιος για τον καλύτερο απ’ όλους κρυμμένο συγγραφέα. Όμως δεν ήταν εκεί αλλά στο Πουέρτο Βαγιάρτα που για πρώτη φορά κάποιος μου διηγήθηκε την ιστορία του Τράβεν.
Το καπηλειό του Πουέρτο Βαγιάρτα βρισκόταν λίγα χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι όπου ο Τζων Χιούστον – ο οποίος μετέφερε στον κινηματογράφο το έργο Ο θησαυρός της Σιέρα Μάντρε -  πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του έχοντας βρει καταφύγιο στο Las Caletas, ένα κτήμα μπροστά στη θάλασσα με τη ζούγκλα πίσω του, ένα είδος λιμανιού της ζούγκλας που δέρνεται αδιάκοπα από τους τυφώνες του κόλπου.
Ο Χιούστον διηγείται στα απομνημονεύματά του ότι έγραψε το σενάριο του έργου Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάντρε κι έστειλε ένα αντίγραφο στον Τράβεν, ο οποίος του απάντησε με είκοσι σελίδες γεμάτες με λεπτομερείς υποδείξεις, σχετικές με την κατασκευή των σκηνικών, το φωτισμό και άλλα θέματα.
Ο Χιούστον ανυπομονούσε να γνωρίσει τον μυστηριώδη συγγραφέα, ο οποίος τότε είχε ήδη τη φήμη ότι έκρυβε το πραγματικό του όνομα: «Απέσπασα», λέει ο Χιούστον, «μια ασαφή υπόσχεση ότι θα με συναντούσε στο ξενοδοχείο Μπάμερ της Πόλης του Μεξικού. Έκανα το ταξίδι και περίμενα. Όμως εκείνος δεν φάνηκε. Ένα πρωί, σχεδόν μια εβδομάδα μετά την άφιξή μου, ξύπνησα λίγο μετά το ξημέρωμα και είδα ότι υπήρχε ένα τύπος στα πόδια του κρεβατιού μου, ένας άντρας που μου έδωσε μια κάρτα που έγραφε: ‘Χαλ Κρόουβς. Μεταφραστής. Ακαπούλκο και Σαν Αντόνιο!’».
Ύστερα, εκείνος του έδειξε ένα γράμμα του Τράβεν, που ο Χιούστον το διάβασε ξαπλωμένος ακόμα στο κρεβάτι. Στο γράμμα, ο Τράβεν έλεγε ότι ήταν άρρωστος και δεν μπόρεσε να πάει στο ραντεβού, αλλά ότι ο Χαλ Κρόουβς ήταν ο καλύτερός του φίλος και γνώριζε πολύ καλά τόσο το έργο του όσο και τον ίδιο και ότι, επομένως, ήταν εξουσιοδοτημένος να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση ήθελε να του κάνει.
Και, πράγματι, ο Κρόουβς, που είπε ότι ήταν ο κινηματογραφικός ατζέντης του Τράβεν, ήξερε τα πάντα για το έργο του. Ο Κρόουβς παρευρέθηκε για δυο εβδομάδες στα γυρίσματα της ταινίας και συνεργάστηκε με προθυμία σ’ αυτή. Ήταν ένας άνθρωπος περίεργος και εγκάρδιος, που ήταν ευχάριστος συζητητής (μερικές φορές κουβέντιαζε με τις ώρες, έμοιαζε με βιβλίο του Κάρλο Εμίλιο Γκάντα), αν και την ώρα της αλήθειας τα αγαπημένα του θέματα ήταν ο ανθρώπινος πόνος και τρόμος. Όταν άφησε τα γυρίσματα, ο Χιούστον και οι βοηθοί του στην ταινία άρχισαν να συνδέουν τα κομμάτια και διαπίστωσαν ότι εκείνος ο κινηματογραφικός ατζέντης ήταν απατεώνας, ο ατζέντης αυτός πιθανότατα ήταν ο ίδιος ο Τράβεν.
Όταν παίχτηκε η ταινία, έγινε της μόδας το μυστήριο της ταυτότητας του Μπ. Τράβεν. Έφτασαν να πουν ότι πίσω από αυτό το όνομα υπήρχε μια ομάδα συγγραφέων από την Ονδούρα. Για τον Χιούστον, ο Χαλ Κρόουβς ήταν αναμφίβολα ευρωπαϊκής καταγωγής, Γερμανός ή Αυστριακός. Το περίεργο ήταν ότι υα θέματα των μυθιστορημάτων του αφηγούνταν τις εμπειρίες ενός Αμερικανού στη Δυτική Ευρώπη, στη θάλασσα και στο Μεξικό και ήταν εμπειρίες που ήταν ολοφάνερο ότι ο συγγραφέας είχε ζήσει.
Έγινε και πολύ της μόδας το μυστήριο της ταυτότητας του Τράβεν ώστε ένα μεξικανικό περιοδικό έστειλε δυο ρεπόρτε να κατασκοπεύσουν τον Κρόουβς σε μια προσπάθεια να εξακριβώσουν ποιος ήταν πραγματικά ο κινηματογραφικός ατζέντης του Τράβεν. Τον βρήκαν μπροστά από ένα μικρό παντοπωλείο στις παρυφές της ζούγκλας, κοντά στο Ακαπούλκο. Παρακολούθησαν το παντοπωλείο μέχρι που είδαν τον Κρόουβς να βγαίνει στο δρόμο με κατεύθυνση προς την πόλη. Τότε μπήκαν παραβιάζοντας την πόρτα και έψαξαν το γραφείο του, όπου βρήκα τρία χειρόγραφα υπογεγραμμένα από τον Τράβεν και αποδείξεις ότο ο Κρόουβς χρησιμοποιούσε άλλο όνομα: Τράβεν Τόρτσβαν.
Άλλες δημοσιογραφικές έρευνες αποκάλυψαν ότι είχε κι ένα τέταρτο όνομα: Ρετ Μαρούτ, ένας αναρχικός συγγραφέας που είχε εξαφανιστεί στο Μεξικό το 1923. Τα στοιχεία λοιπόν ταίριαζαν. Ο Κρόουβς πέθανε το 1969, λίγα χρόνια αφού παντρεύτηκε τη συνεργάτιδά του Ρόσα Ελένα Λουχάν. Ένα μήνα μετά το θάνατό του, η χήρα επιβεβαίωσε ότι ο Μπ. Τράβεν ήταν ο Ρετ Μαρούτ.
Συγγραφέας ακατάδεχτος με το παραπάνω, ο Τράβεν χρησιμοποίησε, τόσο στη μυθοπλασία όσο και στην πραγματικότητα, μια μνημειώδη ποικιλία ονομάτων για να καλύψει το πραγματικό του: Τράβεν Τόρσβαν, Άρνολντς, Τρέιβς Τόρσβαν, Μπάρκερ, Τράβεν Τόρσβαν Τόρσβαν, Μπέρικ Τράβεν, Τράβεν Τόρσβνα Κρόουβς, Μπ. Τ. Τόρσβαν, Ρετ Μαρούτ, Ρεξ Μαρούτ, Ρόμπερτ Μαρούτ, Τράβεν Ρόμπερτ Μαρούτ, Φρεντ Μαρέθ, Ρεντ Μαρούτ, Ρίτσαρντ Μόρχατ, Άλμπερτ Ότο Μαξ Βίνεκε, Άντολφ Ρούντολφ Φάιγκε Κράους, Μαρτίνες, Φρεντ Γκοντέ, Ότο Βίνκε, Λένγκερ, Γκετς Οχλί, Άντον Ρίντερσντετ, Ρόμπερτ Μπεκ-Γκραν, Άρθουρ Τέρλελμ, Βίχελμ Σάιντερ, Χάινριχ Ότο Μπέικερ και Ότο Τόρσβαν.
Είχε λιγότερες εθνικότητες απ’ ότι ονόματα, αλλά ούτε και σ’ αυτό το θέμα έδειξε φειδώ. Είπε ότι ήταν Άγγλος, Νικαραγουανός, Κροάτης, Αυστριακός, Αμερικανός, Λιθουανός και Σουηδός.
Ένας από αυτούς που επιχείρησαν να γράψουν τη βιογραφία του, ο Τζόνα Ράσκιν, κόντεψε να τρελαθεί στην προσπάθεια. Στηρίχτηκε από την πρώτη στιγμή στη συνεργασία της Ρόσα Ελένα Λουχάν, όμως γρήγορα άρχισε να καταλαβαίνει ότι ούτε και η χήρα ήξερε ακριβώς ποιος στο διάολο ήταν ο Τράβεν. Μια προγονή του, επιπλέον, συνέβαλε στο να τον μπερδέψει ολωσδιόλου διαβεβαιώνοντάς τον ότι θυμόταν να είχε δει τον πατέρα της να μιλάει με τον κύριο Χαλ Κρόουβς.
Ο Τζόνα Ράσκιν κατέληξε να εγκαταλείψει την ιδέα της βιογραφίας και στο τέλος έγραψε την ιστορία της ανώφελης αναζήτησης του πραγματικού ονόματος του Τράβεν, την παραληρηματική και μυθιστορηματική ιστορία. Ο Ράσκιν προτίμησε να εγκαταλείψει τις έρυενες, όταν συνειδητοποίησε ότι διακινδύνευε την πνευματική του υγεία. Είχε αρχίσει να ντύνεται με τα ρούχα του Τράβεν, φορούσε τα γυαλιά του, ήθελε να τον φωνάζουν Χαλ Κρόουβς…
Ο Μπ. Τράβεν, ο πιο κρυμμένος από τους κρυμμένους συγγραφείς, μου θυμίζει τον πρωταγωνιστή του έργου Ο άνθρωπος που τον έλεγαν Πέμπτη, του Τσέστερτον. Στο μυθιστόρημα αυτό γίνεται λόγος για μια μεγάλη και επικίνδυνη συνομωσία όπου συμμετέχει στην πραγματικότητα ένας μόνο άνθρωπος ο οποίος, όπως λέει ο Μπόρχες, εξαπατά όλο τον κόσμο «χρησιμοποιώντας γένια, μάσκες και ψευδώνυμα».
………………………………………………………………..
Μέσα από το βιβλίο του Ενρίκε Βίλα-Μάτας, Μπάρτλεμπυ & Σία, μετάφραση: Αμαλία Καψάλα, Φωτεινή Τζούλα, Ελεάνα Τσόκα, Παναγιώτης Φάββας, Δανάη Φέρρη, εκδόσεις Καστανιώτη.
…………………………………………………………………
Κι εδώ ένα ντοκιμαντέρ - που γυρίστηκε το 1978 - για το ποιος ήταν τελικά ο Μπ. Τράβεν. 




«Και παντού όπου υπάρχει θάλασσα, τα πλοία πλέουν ενώ δεν υπάρχουν παντού δρόμοι για τους περιπλανώμενους αλήτες».

Μπ. Τράβεν, Το πλοίο των νεκρών, μετάφραση: Κώστας Σκορδύλης, εκδόσεις  Αλεξάνδρεια