Patti Smith & Gregory Corso

Ο Γκρέγκορι Κόρσο μπορούσε να μπει σε ένα δωμάτιο και να επιφέρει από το πρώτο λεπτό το απόλυτο χάος, αλλά τον συγχωρούσες εύκολα γιατί εξίσου εύκολα μπορούσε να πυροδοτήσει μια αληθινή έκρηξη ομορφιάς.
Νομίζω πως στον Γκρέγκορι με σύστησε η Πέγκι, γιατί ήταν κολλητοί. Μου ήταν εξαιρετικά συμπαθής, για να μην πω ότι τον θεωρούσα έναν από τους μεγαλύτερους Αμερικανούς ποιητές. Στο κομοδίνο μου υπήρχε μόνιμα ένα ξεφτισμένο αντίτυπο του The Happy Birthday of Death. Ο Γκρέγκορι ήταν ο νεότερος από τους beat ποιητές. Ήταν όμορφος, αν και έδειχνε κάπως ταλαιπωρημένος, και το παράστημά του θύμιζε τον Τζον Γκάρφιλντ. Δεν έπαιρνε πάντα τον εαυτό του στα σοβαρά, αλλά ήταν όσο πιο σοβαρός γινόταν για την τέχνη του.
Ο Γκρέγκορι λάτρευε τον Κιτς και το Σέλεϊ και έμπαινε τρεκλίζοντας στο λόμπι με το παντελόνι του πεσμένο στους γοφούς του, εκτοξεύοντας στίχους με ρυθμό πολυβόλου. Όποτε κλαιγόμουν για την αδυναμία μου να τελειώσω κάποιο από τα ποιήματά μου, μου θύμιζε μια φράση του Μαλαρμέ: «Ο ποιητής ποτέ δεν ολοκληρώνει ένα ποίημα, απλώς το εγκαταλείπει». Και πρόσθετε: «Μην ανησυχείς, θα τα πας μια χαρά».
«Πώς το ξέρεις;» έλεγα εγώ.
Και εκείνος απαντούσε:
«Το ξέρω».
Ο Γκρέγκορι με πήγε στο St. Marks Poetry Project, μια κολεκτίβα ποιητών που στεγαζόταν στην ιστορική εκκλησία της Ανατολικής Δέκατης Οδού. Όταν πηγαίναμε να ακούσουμε τους ποιητές να διαβάζουν, ο Γκρέγκορι τους απόπαιρνε διανθίζοντας τα κοινότοπα σημεία των ποιημάτων τους με κραυγές όπως: Σκατά! Σκατά! Ούτε σταγόνα αίμα! Τράβα κάνε μια μετάγγιση!
Παρατηρώντας τις αντιδράσεις του σημείωσα στο μυαλό μου να μην γίνω ποτέ βαρετή όταν θα διάβαζα κάποτε τα ποιήματά μου.
Ο Γκρέγκορι έφτιαχνε λίστες από βιβλία που θα έπρεπε να διαβάσω, μου έλεγε ποιο ήταν το καλύτερο λεξικό να αγοράσω, με ενθάρρυνε και με προκαλούσε. Ο Γκρέγκορι Κόρσο, ο Άλεν Γκίνσμπεργκ και ο Ουίλιαμ Μπάροουζ ήταν δάσκαλοί μου και περνούσαν όλοι από το λόμπι του ξενοδοχείου Chelsea, του νέου μου πανεπιστημίου.
………………………………………………………………………….
Μέσα από το βιβλίο: «Patti Smith / Πάτι και Ρόμπερτ», μετάφραση Αλέξης Καλοφωλιάς, εκδόσεις Κέδρος, 2015.


ΓΚΡΕΓΚΟΡΙ ΚΟΡΣΟ / ΠΑΝΤΡΕΙΑ
(απόσπασμα)

Θα πρέπει να παντρευτώ; Θα πρέπει να νοικοκυρευτώ;
Να καταπλήξω το κορίτσι στη διπλανή πόρτα με το βελούδινο
κοστούμι μου και του Φάουστ τον σκούφο;
Να μην την πηγαίνω πια σε ταινίες αλλά σε νεκροταφεία
και να της λέω όλο για μπανιέρες λυκανθρώπων και διχαλωτά
κλαρινέτα,
ύστερα να την ποθώ και να τη φιλάω και όλα αυτά τα
προκαταρκτικά,
κι αυτή να προχωράει μέχρι εκεί και γω να καταλαβαίνω γιατί,
να μη θυμώνω και να λέω «Εσύ πρέπει να νιώθεις! Είναι όμορφο
να νιώθεις!»

Αντί να την παίρνω στην αγκαλιά μου, να την ακουμπώ σε μια
παλιά στραβιά ταφόπετρα
και να την πολιορκώ όλη τη νύχτα με τους αστερισμούς στον
ουρανό

Κι όταν θα με συστήσει στους γονείς της
με ίσια πλάτη, μαλλιά τέλεια χτενισμένα και μια γραβάτα να
με πνίγει,
θα πρέπει να κάτσω με γόνατα ενωμένα στον τριθέσιο
καναπέ τους
και να μη ρωτήσω πού είναι η τουαλέτα;
Πώς αλλιώς να αισθανθώ διαφορετικός απ’ ό,τι είμαι,
νιώθοντας συχνά σαν τη σαπουνόπερα του Φλας Γκόρντον.
Ω, πόσο απαίσιο πρέπει να είναι για ένα νεαρό άνδρα να κάθεται
μπροστά σε μια οικογένεια και η οικογένεια να σκέφτεται
«Δεν τον έχουμε δει ποτέ ξανά! Θέλει τη Μαίρη Λου μας!»
Μετά από τσάι και σπιτικά κουλουράκια
ρωτάνε «Τι επάγγελμα κάνεις;»
Πρέπει να τους πω; Άραγε μετά θα με συμπαθούν;
Λένε «Εντάξει, παντρευτείτε, χάνουμε μια κόρη αλλά κερδίζουμε
ένα γιο».
Τότε θα μπορούσα να ρωτήσω πού είναι η τουαλέτα;

Θεέ μου, και η τελετή! Όλη της η οικογένεια και οι φίλοι της και
μόνο καμιά πέντε-έξι δικοί μου, όλοι τους κουρελήδες και
μουσάτοι, να περιμένουν να ορμήσουν στα ποτά και το φαγητό.
Κι ο παπάς! Με εξετάζει αν μαλακιζόμουν, ρωτώντας με:
«Δέχεσαι αυτή τη γυναίκα ως τη νόμιμη σύζυγό σου;»
Κι εγώ τρέμοντας, τι να πω, να λέω άλλα αντί άλλων!
Φιλώ τη νύφη, κι όλοι εκείνοι οι παλιομοδίτες με χτυπούν στην
πλάτη λέγοντας: «Είναι όλη δική σου, αγόρι! Χα, χα, χα!»
Και στα μάτια τους θα μπορούσες να δεις να περνά αισχρός
ολόκληρος ο μήνας του μέλιτος.

Κι ύστερα όλο αυτό το γελοίο ρύζι και τα μεταλλικά
κουτάκια και παπούτσια
Οι καταρράκτες του Νιαγάρα! Ορδές από εμάς! Γαμπροί!
Νύφες! Λουλούδια! Σοκολάτες!
Όλοι με το ρεύμα, σε άνετα ξενοδοχεία
όλοι να πρόκειται να κάνουν το ίδιο πράγμα απόψε
Ο αδιάφορος υπάλληλος να γνωρίζει τι πρόκειται να συμβεί
Τα ζόμπι στην είσοδο να ξέρουν κι αυτοί
Σφυρίζοντας ο άνδρας των ασανσέρ να ξέρει κι αυτός
Ο γκρουμ του ξενοδοχείου κλείνει το μάτι και ξέρει
Όλοι να γνωρίζουν! Εγώ ήδη γέρνω στο να μην κάνω τίποτα!
Να μείνω ξύπνιος όλη νύχτα! Να κοιτάζω τον υπάλληλο του
ξενοδοχείου στα μάτια! Φωνάζοντας «Απαρνιέμαι το μήνα
του μέλιτος! Απαρνιέμαι το μήνα του μέλιτος!»
τρέχοντας αχαλίνωτος μέσα σε κείνες τις σχεδόν
κλιματικές σουίτες ουρλιάζοντας αλλόφρονας!
Ω, θα ζούσα στο Νιαγάρα για πάντα! Σε μια σκοτεινή
σπηλιά κάτω από τους καταρράκτες!
Θα καθόμουν εκεί, ο τρελός του μήνα του μέλιτος, μηχανεύοντας
τρόπους για να διαλύω γάμους, η μάστιγα της διγαμίας, ο άγιος
των διαζυγίων.
…………………………………………………………………..

Μετάφραση, Γιώργος Μπουρλής και μέσα από το βιβλίο «Αμερικανοί ποιητές & ποιήτριες τολμούν», εκδόσεις Εξάρχεια.
Το συγκεκριμένο ποίημα εμπεριέχεται μέσα στη ποιητική συλλογή του Κόρσο, «Τα ευτυχισμένα γενέθλια του θανάτου», που κρατούσε η Patti Smith στο κομοδίνο της κι αναφέρεται στο πρώτο απόσπασμα.
Στο βίντεο η Πάτι σε ένα κομμάτι – όργιο που υπήρχε μέσα στο δίσκο της «Trampin’» του 2004. 
Κάπως έτσι δεν απαγγέλλεται βαρετά η ποίηση.